Το άγχος των γονιών: πώς επιδρά στη συναισθηματική ζωή των παιδιών;

Το άγχος των γονιών: πώς επιδρά στη συναισθηματική ζωή των παιδιών;

“Δεν καταλαβαίνω γιατί το παιδί μου να έχει άγχος”, ανέφερε μια μαμά στη χτεσινή συνεδρία μας. “Τίποτα δε λείπει από τα παιδιά σήμερα! Στη δική μου εποχή..”

Άρχισα να σκέφτομαι πώς μπορώ να εξηγήσω σε αυτή την ανήσυχη μητέρα με ποιο τρόπο μαθαίνουν τα παιδιά τα συναισθήματα, και συγκεκριμένα πώς βιώνουν το άγχος. Ο πιο γρήγορος και αποτελεσματικός τρόπος μάθησης είναι μέσω της παρατήρησης ενός μοντέλου. Για τα παιδιά το πιο σημαντικό μοντέλο παρατήρησης και μίμησης είναι οι γονείς τους, οπότε είναι φυσικό να εισπράττουν και να αντιλαμβάνονται τα συναισθήματα των γονιών τους και να αντιδρούν σε αυτά. Όταν, λοιπόν, οι γονείς νιώθουν αγχωμένοι, τα ίδια συναισθήματα θα βιώνουν και τα παιδιά, λειτουργώντας κάπως σαν συγκοινωνούντα δοχεία, που το ίδιο υγρό ρέει μέσα τους.

Καταρχήν, να ξεκαθαρίσουμε τον όρο άγχος. Στη σημερινή εποχή, με τους γρήγορους ρυθμούς και τα πολλά ερεθίσματα, δεν υπάρχει άνθρωπος που να μη βιώνει άγχος. Με τον όρο αυτό, όμως, δεν εννοώ το καθημερινό σε μικρές δόσεις άγχος, που μας κινητοποιεί να αντιμετωπίσουμε την καθημερινότητά μας. Αυτό το άγχος το έχουν και τα παιδιά και είναι αυτό που αναφέρεται συχνά ως δημιουργικό άγχος, που μας αποτρέπει από το να είμαστε αδιάφοροι και ακινητοποιημένοι, χωρίς κίνητρο για πρόοδο και εξέλιξη. Όταν, όμως, αντιμετωπίζουμε στρεσεογόνες καταστάσεις για αρκετό καιρό ή σε μεγάλη ένταση και δεν είναι εύκολο να ανταπεξέλθουμε σε αυτές, το άγχος συσσωρεύεται και αυτή η συσσώρευση επιφέρει αρνητικές συνέπειες όχι μόνο σε συναισθηματικό αλλά και σε βιολογικό επίπεδο: τα επίπεδα κορτιζόλης στο αίμα αυξάνονται, ο οργανισμός βιώνει το αίσθημα ότι είναι διαρκώς σε μια κατάσταση εγρήγορσης, σαν να έχει να αντιμετωπίσει ένα διαρκή κίνδυνο, με αποτέλεσμα το νευρικό σύστημα να μη χαλαρώνει και να νιώθουμε νευρικοί και με ένταση, σαν να μας φταίνε όλα. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο ότι σε αυτή την κατάσταση ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι βιώνουν συμπτώματα που μοιάζουν με κρίση πανικού ή νιώθουν διαρκώς θυμωμένοι.

Φανταστείτε λοιπόν τα παιδιά σας να ζούνε συνεχώς με τους γονείς τους σε αυτή την κατάσταση. Θα μάθουν κι εκείνα να είναι διαρκώς σε υπερένταση, σαν να πρέπει να αντιμετωπίσουν κάποιον αόρατο κίνδυνο, τον οποίο δεν αντιλαμβάνονται καλά καλά, αλλά υπάρχει η συνεχής υπενθύμιση μιας απειλής. Για να αντιμετωπισουν αυτά τα συναισθήματα τα παιδιά, μπορεί να εμφανίσουν διάφορες συμπεριφορές, ανάλογα με τις καταστάσεις και την προσωπικότητά τους. Άλλα παιδιά αντιδρούν με πιο έντονο τρόπο και παρουσιάζουν ένταση και επιθετικότητα, ενώ άλλα αντιδρούν με περισσότερη εσωστρέφεια, μειωμένη αυτοπεποίθηση και κλάμα. Για οποιαδήποτε αλλαγή στη συμπεριφορά των παιδιών τους, πάντως, οι γονείς θα πρέπει αρχικά να ψάξουν σε αλλαγές στο περιβάλλον τους, που θα μας βοηθήσει να βρούμε την κατεύθυνση για να βοηθήσουμε το παιδί. Όταν λοιπόν βιώνουμε καταστάσεις που μας προκαλούν έντονο και συσσωρευμένο άγχος, έχουμε χρέος προς τα παιδιά μας να φροντίζουμε τον εαυτό μας και να βρίσκουμε τρόπους εκτόνωσης αυτού του άγχους, ώστε να μην τους το μεταδίδουμε άθελά μας και να τους δείχνουμε τον τρόπο που κι εκείνα θα φροντίζουν τον εαυτό τους. Για παράδειγμα, αν τα παιδιά βλέπουν έναν μπαμπά που επιστρέφει στο σπίτι από τη δουλειά και φυσάει και ξεφυσάει, γιατί δυσκολεύεται οικονομικά, εισπράττουν το βάρος που νιώθει κι εκείνος. Ή αν βλέπουν μια μαμά συνέχεια μ’ενα ξεσκονόπανο ή μια σφουγγαρίστρα στο χέρι να φωνάζει, γιατί έπεσαν πάλι ψίχουλα κάτω, το πιθανότερο είναι να κάνουν ότι δεν ακούν και τελικά να επιβαρύνεται η σχέση των παιδιών με τη μαμά τους. Ή όταν βιώνουν ότι η μαμά κι ο μπαμπάς ασχολούνται υπερβολικά με τα μαθήματα του παιδιού, λες και πηγαίνουν εκείνοι σχολείο, και ανησυχούν για τους βαθμούς, σαν να είναι αυτό το πιο σημαντικό πράγμα στον κόσμο, πολύ πιθανό είτε να εκφράζουν κι εκείνα άγχος για το σχολείο είτε να δείξουν ότι αδιαφορούν και δεν αποδίδουν όσο θα μπορούσαν.

Σαφώς ο μπαμπάς θα είναι αγχωμένος με τη δουλειά του, πώς θα μπορούσε λοιπόν να βοηθήσει τον εαυτό του, ώστε να μη μεταδώσει αυτό το βάρος στο παιδί; Θα μπορούσε να μιλήσει μ’ενα φίλο του, ένα συνάδελφο, να κάνει ένα σπορ για να εκτονώνεται. Εννοείται ότι η μαμά είναι κουρασμένη και προσπαθεί να προλάβει τις δουλειές του σπιτιού, αλλά αυτή την εικόνα θέλει να θυμούνται τα παιδιά από τη μαμά τους, όταν μεγαλώσουν; Αν όχι, μπορεί να φροντίσει κι εκείνη τον εαυτό της με διάφορους τρόπους: να πάρει τηλέφωνο μια φίλη της και να πιει ένα καφέ ήρεμα, να φτιάξει τα νύχια ή τα μαλλιά της, να κάνει ένα απολαυστικό ζεστό μπάνιο με την ησυχία της.

Ασφαλώς, πολλά πράγματα είναι πιο δύσκολο να γίνουν, μπορεί να γίνονται πιο αραιά ή να πρέπει να τα προγραμματίσουμε. Αλλά αν βάλουμε στη ζυγαριά τη συναισθηματική υγεία των παιδιών μας, η οποία εξαρτάται απόλυτα από τη δική μας ψυχική υγεία, νομίζω ότι αξίζει τον κόπο να αναλογιστούμε τουλάχιστον πώς μπορούμε να σκεφτόμαστε περισσότερο τον εαυτό μας, αν όχι να τον φροντίσουμε. Τα παιδιά είναι σαν συναισθηματικά βαρόμετρα: όλες οι έρευνες δείχνουν ότι αντιλαμβάνονται τις διαφορές στη συναισθηματική κατάσταση και έκφραση των άλλων γύρω τους, ιδίως των γονιών τους, ήδη από τη μήτρα της μητέρας τους, όπως τα βαρόμετρα ανταποκρίνονται στις διαφορές στην ατμοσφαιρική πίεση.

Έτσι, όταν γινόμαστε γονείς, πρέπει να εξακολουθούμε να θυμόμαστε ότι είμαστε άνθρωποι με ανάγκες, που χρειάζεται να ικανοποιούμε, άνθρωποι που μερικές φορές μπορεί να ξεφεύγουμε και δεν πειράζει, άνθρωποι που έχουμε και ζωή που δεν περιλαμβάνει τα παιδιά. Αν αρχίσουμε να αντιμετωπίζουμε τους εαυτούς μας με λίγο περισσότερη συμπόνια και ενσυναίσθηση, θα φτιάξουμε σιγά σιγά ένα καλύτερο κόσμο για μας και τα παιδιά μας.